Γιατί το φαγητό πρέπει να είναι κοινό και όχι εμπόρευμα

Τα τρόφιμα αντιμετωπίζονται ως ιδιωτικό αγαθό στο σύγχρονο βιομηχανικό διατροφικό σύστημα, αλλά θα πρέπει να επαναπροσδιοριστούν ως κοινά αγαθά στη μετάβαση προς ένα πιο βιώσιμο διατροφικό σύστημα, πιο δίκαιο τόσο προς τους παραγωγούς όσο και προς τους καταναλωτές. Εάν αντιμετωπίζαμε τα τρόφιμα ως κοινά αγαθά, θα μπορούσαν να παράγονται και να διανέμονται καλύτερα μέσα από υβριδικά τρικεντρικά συστήματα διακυβέρνησης, υιοθετημένα σε τοπικό επίπεδο και αναμεμειγμένα με κανόνες αγοράς, δημόσιους κανονισμούς, και συλλογικές δράσεις. Η αλλαγή αυτή θα είχε τεράστιες ηθικές, νομικές, οικονομικές, και διατροφικές επιπτώσεις για το παγκόσμιο διατροφικό σύστημα.

large_5023325968Φωτογραφία – Nancy D. Regan CC-BY-NC

Κοινός πόρος εναντίον εμπορεύματος

Τα τρόφιμα, ένας περιορισμένος αλλά ανανεώσιμος πόρος είτε σε άγρια είτε σε καλλιεργημένη μορφή, είναι απαραίτητη για την ανθρώπινη ύπαρξη. Με την πάροδο του χρόνου, έχει εξελιχτεί από τοπικό πόρο κοινής κατοχής σε ιδιωτικό, διακρατικό εμπόρευμα. Η διαδικασία αυτή της εμπορευματοποίησης έχει εμπλέξει την ανάπτυξη συγκεκριμένων χαρακτηριστικών για τις τροφές, ούτως ώστε να ταιριάζουν στις αυτοματοποιημένες διαδικασίες και τους νόμους που ισχύουν εξαιτίας του βιομηχανικού συστήματος τροφής. Είναι επίσης το τελευταίο στάδιο στην αντιμετώπιση της τροφής ως αντικείμενο – ένα κοινωνικό φαινόμενο που έχει αποστερήσει την τροφή από όλα τα μη οικονομικά χαρακτηριστικά της. Ως αποτέλεσμα, η αξία της τροφής δε βασίζεται πια στις πολλές διαστάσεις που μας προσφέρουν ασφάλεια και υγεία, συμπεριλαμβανομένου και του γεγονότος ότι η τροφή είναι:

  • Βασική ανθρώπινη ανάγκη και θα πρέπει να είναι     διαθέσιμη σε όλους

  • Θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα που θα πρέπει να είναι εγγυημένο για κάθε πολίτη

  • Πυλώνας του πολιτισμού μας, τόσο για τους παραγωγούς όσο και για τους καταναλωτές

  • Φυσικός, ανανεώσιμος πόρος που μπορεί να ελεγχθεί από τους ανθρώπους

  • Εμπορεύσιμο     προϊόν που υπόκειται στο δίκαιο εμπόριο και την αειφόρο παραγωγή

  • Παγκόσμιο κοινό αγαθό που θα πρέπει να απολαμβάνουν όλοι

Αυτή η πολυδιάστατη αντιμετώπιση των τροφίμων παρεκκλίνει από την κυρίαρχη προσέγγιση του βιομηχανικού διατροφικού συστήματος, ότι δηλαδή η τροφή είναι ένα μονοδιάστατο εμπόρευμα. Ακόμα κι έτσι, το βιομηχανικό διατροφικό σύστημα δεν έχει ακόμα εντάξει ή μετατρέψει σε ατομική ιδιοκτησία, όλες τις πτυχές των κοινών της τροφής, που περιλαμβάνουν:

  • Την παραδοσιακή γνώση της γεωργίας που έχει συσσωρευθεί με την πάροδο χιλιάδων χρόνων

  • Τη σύγχρονη, βασισμένη στην επιστήμη, αγροτική γνώση που συσσωρεύεται σε εθνικά ινστιτούτα

  • Την κουζίνα, τις συνταγές, και την εθνική γαστρονομία

  • Τα βρώσιμα φυτά και ζώα που δημιουργούνται στον φυσικό κόσμο (π.χ. τα αποθέματα ψαριών και τα άγρια φρούτα)

  • Τους γενετικούς πόρους για την τροφή και τη γεωργία

  • Τις επιφυλάξεις σχετικά με την ασφάλεια των τροφίμων (π.χ. Codex Alimentarius)

  • Τη δημόσια διατροφή, συμπεριλαμβανομένων των ανισορροπιών της πείνας και της παχυσαρκίας

  • Τις ακραίες διακυμάνσεις στις τιμές των τροφίμων στις παγκόσμιες και εθνικές αγορές

Η πιο βασική μας ανθρώπινη ανάγκη, ιδιωτικοποιημένη

Ο εγκλεισμός των τροφίμων από το βιομηχανικό διατροφικό σύστημα, μέσω της ιδιωτικοποίησης των σπόρων και της γης, των νόμων, των υπερβολικών τιμολογήσεων, και των πατεντών, έχει παίξει μεγάλο ρόλο στον περιορισμό της πρόσβασης μας στην τροφή ως δημόσιο αγαθό. Το σύστημα θρέφει πια την πλειοψηφία των ανθρώπων που ζουν στον πλανήτη και έχει δημιουργήσει μια αγορά μαζικής κατανάλωσης όπου οι τρεφόμενοι γίνονται απλοί καταναλωτές. Έτσι, ο σκοπός του βιομηχανικού συστήματος τροφής είναι να συγκεντρώσει υποτιμημένα αποθέματα τροφής μεγιστοποιώντας παράλληλα το κέρδος των εταιριών τροφίμων, αντί να διασφαλίζει τις πιο σημαντικές μη οικονομικές πλευρές της τροφής, όπως η διατροφική αξία. Πολλοί πιστεύουν ότι αυτό έχει οδηγήσει στην αποτυχία του παγκόσμιου συστήματος τροφής.

Δεν μπορούμε να βασιζόμαστε στην αγορά

Μέσα στην επικρατούσα κοσμοθεωρία του “χωρίς χρήματα δεν υπάρχει τροφή”, η πείνα εξακολουθεί να κυριαρχεί σε έναν κόσμο αφθονίας. Σε παγκόσμιο επίπεδο, το βιομηχανικό σύστημα τροφής αποτυγχάνει ολοένα και περισσότερο να εκπληρώσει το βασικό στόχο του να παράγει τροφή με αειφόρο τρόπο, να θρέφει τους ανθρώπους επαρκώς, και να μην υπάρχει πείνα. Η ειρωνεία είναι το ότι οι μισοί από αυτούς που παράγουν το 70% της παγκόσμιας τροφής πεινάνε σήμερα. Οι περισσότεροι πίστευαν ότι ένα σύστημα τροφής καθοδηγούμενο από την αγορά θα οδηγούσε σε πιο υγιή παγκόσμιο πληθυσμό, αν και καμία από τις πρόσφατες αναλύσεις της σύνδεσης μεταξύ του παγκοσμίου τροφικού μας συστήματος και της πείνας δεν έχει αμφισβητήσει την ιδιωτικοποίηση της τροφής. Ως αποτέλεσμα, οι περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν ότι το κύριο πρόβλημα της παγκόσμιας πείνας είναι η πρόσβαση στην τροφή.

Αλλά η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Οι ανεξέλεγκτες αγορές απλά δεν μπορούν να παρέχουν την απαιτούμενη ποσότητα τροφής για όλους – ακόμα κι αν οι ομάδες χαμηλού εισοδήματος είχαν τα μέσα για να την προμηθεύονται. Ένα βιομηχανικό τροφικό σύστημα που αντιμετωπίζει την τροφή ως εμπόρευμα που διανέμεται σύμφωνα με τους κανόνες της αγοράς δεν θα πετύχει ποτέ εξασφάλιση τροφής για όλους. Δεν θα υπάρξει κάποια καθοδηγούμενη από της αγορές πανάκεια για το μη αειφόρο και άδικο τροφικό μας σύστημα. Αντίθετα, η λύση απαιτεί πειραματισμούς σε όλα τα επίπεδα – το προσωπικό, το τοπικό, το εθνικό, και το διεθνές – και διαφορετικές προσεγγίσεις στη διαχείριση – οδηγούμενη από τις αγορές, την πολιτεία και τη συλλογική δράση. Πρέπει να εισάγουμε αντισυμβατικές και ριζοσπαστικές οπτικές στον διάλογο για τη μετάβαση, ώστε να αναπτύξουμε μια διαφορετική διαλογική για το τροφικό μας σύστημα.

Πρακτικά προβλήματα ενός κοινού τροφικού συστήματος

Μια “επανακοινοποίηση” της τροφής – ή, με άλλα λόγια, μια μετάβαση προς τη θεώρηση της τροφής ως κοινό αγαθό  – είναι μια απαραίτητη μεταβολή στο προβληματικό παγκόσμιο διατροφικό μας σύστημα.  Ωστόσο, φυσικά και θα υπάρχουν πρακτικές συνέπειες από αυτή τη μεταβολή. Η τροφή θα είναι απαραίτητο να αντιμετωπίζεται έξω από τις εμπορικές συμφωνίες που γίνονται για τα ιδιωτικά αγαθά, και, ως αποτέλεσμα, θα πρέπει να εγκαθιδρύσουμε κάποιο συγκεκριμένο σύστημα διακυβέρνησης για την παραγωγή, διάθεση, και την πρόσβαση στην τροφή παγκοσμίως. Το σύστημα αυτό ενδέχεται να περιλαμβάνει δεσμευτικά νομικά πλαίσια ενάντια στην πείνα και ως εγγύηση ότι όλοι θα έχουν δικαίωμα στην τροφή, κοσμοπολίτικες παγκόσμιες πολιτικές , ηθικά και νομικά πλαίσια , διεθνή Δικαιώματα Βασικής Τροφής ή Σώματα Τροφικής Ασφάλειας εγγυημένα από την πολιτεία, ελάχιστους μισθούς αντίστοιχους με τις τιμές της τροφής, απαγορεύσεις στην κερδοσκοπία από την τροφή, ή όρια στις εναλλακτικές χρήσεις τροφής, όπως τα βιοκαύσιμα.

Η αγροτική έρευνα και οι τοπικά υιοθετημένες, βασισμένες σε πρακτικές αποδείξεις τεχνολογίες θα κέρδιζαν επίσης πολλά από συστήματα όπως το crowdsourcing και τα creative commons, ώστε να βελτιωθεί η αειφορία και το δίκαιο του παγκόσμιου τροφικού συστήματος. Όταν εκατομμύρια άνθρωποι καινοτομούν, έχουμε πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες ως προς την ανεύρεση προσαρμοσμένων και κατάλληλων λύσεων απ’ότι όταν μερικοί χιλιάδες επιστήμονες καινοτομούν σε ιδιωτικά εργαστήρια. Υπάρχουν σήμερα όλο και περισσότερες ενδείξεις ότι ο αγροτικός τομέας που υπόκειται σε πνευματικά δικαιώματα στην πραγματικότητα αποτρέπει καινοτομίες στην ασφάλεια τροφίμων να εξελιχθούν, και ότι η ελευθερία στην αντιγραφή ενισχύει πραγματικά τη δημιουργικότητα και την καινοτομία, όπως συμβαίνει με το λογισμικό ανοιχτού κώδικα.

Τι μπορεί να χρειαστεί ώστε να “επανακοινοποιήσουμε” το τροφικό μας σύστημα

Οι συλλογικές δράσεις πολιτών, ή τα εναλλακτικά δίκτυα τροφής, είναι καθοριστικά για τη μετάβαση σε ένα πιο αειφόρο και πιο δίκαιο τροφικό σύστημα, αφού είναι χτισμένα πάνω στις κοινωνιοοικολογικές πρακτικές της ενασχόλησης των πολιτών, της κοινότητας, και την περηφάνια για την τοπική τροφή. Με βάση την πολυκεντρική διακυβέρνηση του Elinor Ostrom, η τροφή μπορεί να παραχθεί, να καταναλωθεί, και να διοχετευθεί από τρικεντρικά σχέδια διακυβέρνησης που αποτελούνται από συλλογικές δράσεις που κατ’αρχήν υιοθετούνται σε τοπικό επίπεδο· κυβερνήσεις των οποίων ο κύριος σκοπός είναι να μεγιστοποιήσουν το ευ ζην για τους πολίτες τους και να παρέχουν ένα πλαίσιο που να επιτρέπει στους ανθρώπους να απολαύσουν το δικαίωμά τους στην τροφή· κι έναν ιδιωτικό τομέα που μπορεί να ευημερεί υπό τη σκέπη κρατικών περιορισμών και κινήτρων. Σήμερα, σε διαφορετικά μέρη του κόσμου, υπάρχουν πολλές πρωτοβουλίες που επιδεικνύουν το πώς ένας τέτοιος συνδυασμός αποφέρει καλά αποτελέσματα για τους παραγωγούς τροφής, τους καταναλωτές, το περιβάλλον, και την κοινωνία στο σύνολο της. Η πρόκληση σήμερα είναι κλιμακωθούν αυτές οι τοπικές πρωτοβουλίες. Οι αυτοδιαχειριζόμενες συλλογικές δράσεις δεν μπορούν να δημιουργήσουν τη μετάβαση από μόνες τους, επομένως θα υπάρχει χώρος για την τοπική αυτοδιοίκηση, τους επιχειρηματίες και τις αυτοδιαχειριζόμενες κοινότητες να συνυπάρξουν, δίνοντας στην πολιτεία έναν ηγετικό ρόλο στην πρώτη φάση της μεταβατικής περιόδου προς την παροχή τροφής για όλους.

Μόλις έχουμε αρχίσει να επαναδιαπραγματευόμαστε τη διαλογική περί τροφής για να οδηγήσουμε τη μετάβαση από το βιομηχανικό τροφικό σύστημα προς μία εφικτή και επιθυμητή ουτοπία. Μπορεί να χρειαστούν αρκετές γενιές για να επιτευχθεί, αλλά, όπως σωστά σημείωσε ο Mario Benedetti, οι ουτοπίες μας ωθούν να προχωράμε.

Άρθρο του Jose Luis Vivero Pol μεταφρασμένο από το shareable.net